- εξωγήινος
- -η, -ο1. κυριολεκτικά, αυτός που δεν βρίσκεται, δεν υπάρχει ή δεν ανήκει στη γη2. στη σφαίρα τής επιστημονικής φαντασίας, αυτός που ζει σε άλλον κόσμο εκτός τής γης, αυτός που ζει στο διάστημα ή σε άλλον πλανήτη ή και που προέρχεται από άλλον κόσμο, άλλον πλανήτη3. μτφ. αυτός που φαίνεται να μην ζει στον πραγματικό κόσμο, που δεν έχει αίσθηση τής πραγματικότητας.[ΕΤΥΜΟΛ. επίρρ. έξω + ουσ. γη + παραγωγική κατάληξη -ινος].
Dictionary of Greek. 2013.